Δευτέρα 16 Νοεμβρίου 2015

Αστερόφωνο



Κάθισαν τα αστέρια,
πλήρως στερούμενα το ηλεκτρικό τους φορτίο 
πάνω σε πέντε ηλεκτροφόρα σύρματα.
Ήταν σαν σε πεντάγραμμο...
Λες και ήθελαν να φωτίζουν, με "βοήθεια",
χωρίς να ξεκαθαρίζουν σε ποια νότα πατάνε.

Μερικές φορές σαν μας τραβάει το κακό,
μαγνήτης που κολλάει στα δόντια και μετά στα χείλια.

Ακουμπάς το καλώδιο που σφαδάζει κομμένο
και ύστερα το τίναγμα,
τα μάτια σου γυρίζουν και το κορμί σου τρέμει μουδιασμένο.
Κρυώνεις, τα μάτια σου θολώνουν.
Αν δεν μαυρίσει όμως η καρδιά σου, δεν έχεις καεί ζωντανός.

Δεν ήταν τόσο άσχημος ο θάνατος αυτός,
θυμίζει το χαμό της απαρχής.
Το μηδέν είναι το πιο δημιουργικό πράγμα στον κόσμο.
Πεδίο δόξης λαμπρό,
μπορείς να τσακιστείς εκατοντάδες φορές ακόμα.
Μόνο να εύχεσαι να μην αντέξεις, όσο αντέχει η καρδιά σου.

Όλο το βράδυ κοιτούσα θαμπά τα αστέρια,
που έπαιζαν το σκοπό τους...
με τη λιγοστή δύναμη που έκλειναν τα βλέφαρα, τρεμόπαιζε το φως τους, σαν τέλεια συμφωνία.
Όσο ξημέρωνε ένα ουράνιο τόξο έβγαινε από τα σπάργανα της υγρασίας,
σαν υπόσχεση ότι τίποτα απ' όλα αυτά δεν επρόκειτο να συμβούν ξανά.


Πέμπτη 24 Σεπτεμβρίου 2015

Μην μιλάς...




Η θάλασσα σφυρήλατη αργυρή και σιωπηλή
τ´ αμπέλια κουρασμένα απ τη ζέστη του Αυγούστου
'ρίξαν τα χέρια τους κάτω από την καλαμιά
κι άφησαν το σώμα τους ήσυχο
να δροσίζεται από το μελτέμι

Ησυχία σχεδόν ακινησία.
Το φεγγάρι μια μέρα από το γιόμο
και εγώ ακίνητη, σχεδόν παγωμένη.
Ταραχή γλυκιά φέρνει τα κύματα στο στόμα μου

Μην μιλάς,
Ακούω τη σιωπή σου
νιώθω τη μορφή σου να με χαϊδεύει,
μέσα από στη σκέψη μου, το ξέρω,
Μην μιλάς

Εδώ που είμαστε πρέπει να χαϊδεύουμε με τα  μάτια
να βλέπουμε με τα χέρια,
και να ακούμε με τη σιωπή

Μην μιλάς, άκου τα στάχυα που θροϊζουν
στον κατήφορο για τη θάλασσα 
και άσε το σώμα σου να σκάει σαν φωτοβολίδα
και ύστερα ξεκουράσου πάνω μου
σαν το κουπί που παφλάζει ακυβέρνητο στο κύμα

Μην μιλάς...τώρα η σιωπή μιλάει, άκουσέ την.

Δευτέρα 8 Ιουνίου 2015

Η τελευταία βόλτα



Κάτω από τη ανθισμένη ροδιά σταθήκαμε, μιλήσαμε για ώρα.
Με τρόμαζαν τα κλαδιά της κάθε τόσο, γιατί νόμιζα ότι χαμηλώνουν επικίνδυνα. Και ξέρεις εκτός από βαθύ πορτοκαλί άνθη και στρουμπουλούς καρπούς, η ροδιά έχει αγκάθια που δεν βλέπεις, μεγάλα αγκαθωτά καρφιά, σαν τα δικά σου!

Το φεγγάρι είχε λουφάξει ολόγιομο πίσω από τα σύννεφα, φαινόταν θαμπό, όπως ακριβώς η εποχή μας. Δεν έχω αέρα μέσα μου. Δεν έχω άλλο...Σύρε με κάτω στον αγριεμένο δρόμο μέχρι που να ματώσω. Σαν νικητής επάνω σε τέθριππο που κέρδισε τους αγώνες και τώρα κάνει το γύρω του θριάμβου. Σύρε με και μην φοβάσαι, σφίξε στα δόντια σου το χαλινάρι και τραβά μπροστά. Δεν θα μιλήσω, δε θα έχω τι να πω. Κουράστηκε η ψυχή να φωνάζει και έτσι σώπασε και το σώμα.

Και αν με δεις λουσμένη στο αίμα μην σταματήσεις κάνε τον κύκλο το στέρνο και φτάσε στην άλλη άκρη. Μην αφήσεις το βαρκάρη να με περάσει απέναντι. Είχα πάντα πρόβλημα με τους ξένους, το ξέρεις. Πάντα με στηρίζεις στα δύσκολα, έτσι κάνε και τώρα. Μια τελευταία βόλτα σου ζητώ και τίποτα άλλο!

Δευτέρα 27 Απριλίου 2015

Ο δρόμος της μνήμης



Μερικές φορές περνάω από μέρη όπου με βαραίνει η σιωπή.
Περπατάω στον παράλληλο δρόμο που η καρδιά μου 
έκατσε οκλαδόν στο βυθό της γης για χρόνια·
ύστερα κοιτάω τις γαλανές κορυφές των δένδρων
και αναδύομαι.

Κάπου κάπου η ανάδυση μέσα από της ζωής τα πέτρινα τοιχώματα
είναι πολλές φορές επικίνδυνη·
Μπορεί να περάσουν στο αίμα σου φυσαλίδες από τα βιώματα
και τότε παθαίνεις εμβολή,
γιατί η πίεση της μνήμης αυξάνεται όσο βαθαίνεις.

Αν είσαι τυχερός μπορεί να μην παραλύσεις,
αν όχι θα σέρνεις στο κουτσό σου πόδι μέρες χαρακωμένες.
Και αν κάτσεις σε καρότσι ζητά από τις πληγές σου να σέρνουν τις ρόδες·
ο κύκλος θα σου θυμίζει πάντα το χθες και θα σπρώχνει το πάτημα του τροχού στο αύριο.

Και μετά ξαναπερνώ από τον ίδιο δρόμο για πολλοστή φορά,
το συναίσθημα ίδιο.
Μα εγώ θέλω πάντα να βουτάω·
όσο πιο βαθιά τόσο μεγαλύτερη είναι η ζάλη της μνήμης.
Και αν καμία φορά το οξυγόνο δεν φτάσει, μένω κουλιαριασμένη στο βυθό,
και τότε με τραβάνε από τα μαλλιά οι σελίδες που κλείνουν πάλι, μαζί με τις μπουρμπουλήθρες που
βγαίνουν με βία από το στόμα σαν το δηλητήριο που δεν άντεξε το σώμα και αλλάζει χρώμα, πρόσωπο και ουρανό.

Τετάρτη 8 Απριλίου 2015

Το σήμερα στην πλάτη του αύριο...



Ο αέρας σφύριζε, τα χέρια τρέμανε
ρημάδι το σώμα σαν σε απόσπασμα το σέρνανε.
Τα πρόσωπα μια στοίβα, βαθιά χαρακωμένα
κουρνιάζουν στη λιτότητα θηρία λαβωμένα.

Και δεν είναι που δεν έχουν
Είναι που ξέρουν ότι δεν θα ζουν όταν αυτό πια θα έχει περάσει
Και τι να πουν ;
Η προίκα αυτή που αφήνουν τη ραχοκοκκαλιά μας θα γεράσει

Και χρόνια αργότερα το μέταλλο έσκαβε βαθιά την πηλωμένη γη,
μα κανείς δεν θυμότανε πόσο καλά κρυμμένη είναι  η πληγή.
Και όταν το παιδί βρήκε στο λάκο σπασμένα τα γυαλιά
του απαντήσανε πως αυτό ήταν το φαγητό για τα σκυλιά

Μα τα σκυλιά είχαν πέτρινο το στομάχι
γιατί η εποχή τους το ψησε στ' αλάτι.
Έτσι τσουρουφλησμένα από την ντροπή τους πλάκωσε το χώμα, 
κανείς δεν ξαναμίλησε για το ανίερο τους σώμα.

Και το παιδί μικρό και ανήξερο, έπιασε τα γυαλιά σαν λιχουδιά,
του κόβανε τα ψέματα τα σωθικά, αλλά κανείς δεν πήρε μυρωδιά.
Και άμα έχεις τραφεί με απόβλητα ιστορικά,
όπως και να έχει τα μάτια παραμένουνε κλειστά.

Και δεν είναι που δεν έχουν
Είναι που ξέρουν ότι δεν θα ζουν όταν αυτό πια θα έχει περάσει
Και τι να πουν ;
Η προίκα αυτή που αφήνουν τη ραχοκοκκαλιά μας θα γεράσει

Τετάρτη 4 Μαρτίου 2015

Είναι ο δρόμος το ταξίδι...





Είναι ο δρόμος που αφήνει τις σκέψεις να ονειρεύονται,
είναι τα σύννεφα που τρέχουμε να προλάβουμε 
και τελικά μας προλαβαίνουν γιατί η καρδιά σκοντάφτει 
όταν η ταχύτητα ζαλίζει το μυαλό

Είναι που άργησες μάλλον
και το στέρνο μου χτυπάει δυνατά,
γιατί υπάρχεις στον ήλιο που με τυφλώνει 
όσο να πιάσω το όνειρο.

Τρέξε με τον αέρα,
άστον να ανεμίσει τα μαλλιά σου και πάρε τη φορά τους.
Είναι η κατεύθυνση για την πορεία που η μνήμη
κάνει τη λήθη να αγαπάει αυτά που την πληγώνουν.

Τα χρώματα που βλέπεις στο δρόμο να τα χαίρεσαι,
μην τα φοβάσαι επειδή φέρνουν το βράδυ.
Η νύχτα θα χαράξει το φως της ημέρας
που θα έρθει ύστερα, γι’ αυτό  σου λέω μη φοβάσαι.

Είναι το φως, μόνο το φως τ΄ αληθινό είναι ο δρόμος,
που περνάει σαν σήραγγα από το μυαλό 
άδεια για να γεμίζει 
για να μπορεί η καρδιά να φτερουγίζει